[ad_1]
Έρευνα για “αθέμιτη χρηματιστηριακή εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών» σχετικά με τον κορονοϊό πραγματοποιεί το αμερικανικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI), το οποίο κατέσχεσε το κινητό τηλέφωνο του Ρεπουμπλικανικού γερουσιαστή Ρίτσαρντ Μπαρ. Ο Ρίτσαρντ Μπαρ, πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, αναγκάστηκε να παραιτηθεί -προσωρινά σύμφωνα με τον επικεφαλής του κόμματος στο Κογκρέσο- από τη θέση του.
Καθώς φαίνεται είχε πουλήσει μετοχές λίγο πριν ο νέος κορονοϊός προκαλέσει κατάρρευση των αγορών.
Ο Μπαρ παρέδωσε τη συσκευή σε πράκτορες του FBI που εμφανίστηκαν στο σπίτι του στην Ουάσινγκτον την Τετάρτη το βράδυ με ένταλμα, σύμφωνα με τους και το Los Angeles Time NBC News.
Αυτό που αναζητούν οι ερευνητές είναι να εντοπίσουν τις συνομιλίες μεταξύ του Μπαρ και του απεσταλμένου του και σύμφωνα με τα αμερικανικά ΜΜΕ, οι αρχές είχαν προηγουμένως δώσει εντολή στην Apple για πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που περιέχονται στο cloud (απομακρυσμένη αποθήκευση) του γερουσιαστή.
Τα γεγονότα δείχνουν ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία εις βάρος του Ρίτσαρντ Μπαρ, διότι για να λάβουν ένταλμα, οι ανακριτές έπρεπε να αποδείξουν στους δικαστές ότι έχουν επαρκή στοιχεία για να στηρίξουν τις υποψίες τους.
Άλλωστε, όπως έγινε γνωστό, στις 13 Φεβρουαρίου, ο γερουσιαστής πούλησε μετοχές αξίας μεταξύ 628,000 και 1.7 εκατομμυρίων δολαρίων, κυρίως ξενοδοχειακού και τουριστικού κλάδου που επλήγησαν από τα μέτρα που ελήφθησαν για την καταπολέμηση της πανδημίας. Την ίδια μέρα, ο γαμπρός του πούλησε μετοχές ύψους 280,000 δολαρίων, ανέφερε την περασμένη εβδομάδα η ProPublica.
Πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνη την ημερομηνία, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποβάθμιζε περαιτέρω τους κινδύνους της Covid-19 τις για Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, ο Μπαρ, χάρη στον ρόλο του στην Επιτροπή Πληροφοριών, είχε πρόσβαση στις προειδοποιήσεις των υγειονομικών αρχών, γεγονός που εγείρει υποψίες εναντίον του.
Η υπόθεση δημοσιοποιήθηκε στα τέλη Μαρτίου και τότε ο γερουσιαστής αρνήθηκε ότι έχει υποπέσει στο αττ
Μάλιστα, υποστήριξε ότι “η απόφασή μου να πουλήσω τις μετοχές βασίστηκε αποκλειστικά σε διαθέσιμες πληροφορίες” προσθέτοντας ότι ο ίδιος ζήτησε από την Επιτροπή Δεοντολογίας της Γερουσίας να διεξαγάγει έρευνα εναντίον του.